Τα Ιερά Κορυφής είναι τόποι λατρείας που εντοπίζονται στην κορυφή ή λίγο κάτω από το ανώτατο σημείο λόφων και βουνών στην Κρήτη και σε λιγοστές άλλες θέσεις στο νότιο Αιγαίο. Τα περισσότερα Ιερά Κορυφής ιδρύθηκαν ως υπαίθριοι χώροι λατρείας στις αρχές της Παλαιοανακτορικής περιόδου (περ. 2000-1800 π.Χ.), τα περισσότερα όμως εξελίχθηκαν σε οργανωμένους τόπους λατρείας με περιβόλους και οικοδομήματα στις αρχές της Νεοανακτορικής περιόδου (περ. 1700 π.Χ.). Εκτεταμένα στρώματα στάχτης και το πλήθος των ανθρωπόμορφων και ζωόμορφων πήλινων ειδωλίων που ανευρίσκονται στους χώρους αυτούς τεκμηριώνουν τη λειτουργία τους ως τόπων ιερών όπου κατά τη διάρκεια τελετών οι συμμετέχοντες αφιέρωναν στη θεότητα τα ειδώλια και άλλες προσφορές. Καθώς συχνά είναι ανάμεσα στα αναθήματα και τα ομοιώματα μελών του ανθρώπινου σώματος, είναι πιθανόν αυτά να αφιερώνονταν ως «τάματα» για την επίκληση των θεραπευτικών ιδιοτήτων της θεότητας, κατ’ αναλογία με πρακτικές που τεκμηριώνονται για την Κλασική αρχαιότητα αλλά και για τη Χριστιανική περίοδο. Το πλήθος των ζωόμορφων ειδωλίων ίσως αντιπροσωπεύει αναίμακτες προσφορές στη θεότητα και επίκληση για προστασία των κοπαδιών των κτηνοτρόφων. Φαίνεται όμως ότι με το πέρασμα του χρόνου ο χαρακτήρας και το τελετουργικό της λατρείας απέκτησαν θεσμοθετημένη μορφή και συνδέθηκαν με τις νέες δομές των ανακτορικών κοινωνιών. Η ανεύρεση σε Ιερά Κορυφής λεπτής κεραμικής Καμαραϊκού ρυθμού, αντικειμένων με επιγραφές Γραμμικής Α και άλλων τεχνέργων που συνδέονται με λατρευτικές πρακτικές, όπως είναι οι τράπεζες προσφορών και οι χάλκινοι διπλοί πελέκεις, υποδηλώνει τη στενή σχέση των Ιερών με τις πρακτικές και την ιδεολογία της ανώτατης τάξης των ανακτορικών κοινοτήτων και πιο συγκεκριμένα της Κνωσού κατά την περίοδο των Νέων Ανακτόρων.